Tα οργανοανόργανα λιπάσµατα LEXUS σειράς Hum Coat, τα οποία παράγονται µε την Αµερικάνικη Τεχνολογία ψυχρής επικάλυψης των κόκκων (American Coating Technology Gold Process), είναι επικαλυµµένα µε οργανική ουσία από άριστης ποιότητας λεοναρδίτη και ωφέλιµους µικροοργανισµούς εδάφους (µύκητες, ακτινοµύκητες και βακτήρια) σε κάθε κόκκο του λιπάσµατος ξεχωριστά.
To LEXUS sita αποτελεί εξαιρετικό λίπασµα για την καλλιέργεια των Σιτηρών µε υψηλή περιεκτικότητα αζώτου και φωσφόρου, εµπλουτισµένο µε ψευδάργυρο (Ζn) - χαλκό (Cu) και οργανική ουσία-µικροοργανισµούς σε κάθε κόκκο. Τα παραπάνω θρεπτικά στοιχεία καλύπτουν τις ανάγκες των φυτών για µια επιτυχηµένη εγκατάσταση και ανάπτυξη αλλά θέτουν και τις βάσεις για άριστη ανθοφορία-παραγωγή των καλιερργειών.
Η παρουσία των Χουµικών Οξέων του Λεοναρδίτη που περιέχει το LEXUS sita στους κόκκους του λιπάσµατος, όταν εφαρµόζεται στο έδαφος µπορεί και ρυθµίζει στο µικροπεριβάλλον της ριζόσφαιρας της καλλιέργειας την σύνθεση και τον αριθµό της µικροβιακής κοινότητας, καθώς και το µέγεθος του πληθυσµού, µε άµεση συνέπεια µείωσης του ρυθµού νιτροποίησης του αµµωνιακού αζώτου και επιµήκυνση του χρόνου διάθεσης αυτού στο ριζικό σύστηµα των σιτηρών. Σε διάφορα πειράµατα εφαρµογής οργανικής ουσίας από Λεοναρδίτη µε αµµωνιακά αζωτούχα λιπάσµατα διαπιστώθηκε µείωση συγκέντρωσης νιτρικών στο έδαφος, αποτελέσµατα από τα οποία σαφώς υποδηλώνεται ότι η παρουσία Χουµικών οξέων από Λεοναρδίτη λειτουργούν έµµεσα ως αναστολείς νιτροποίησης συµβάλλοντας ουσιαστικά στον περιορισµό απωλειών αζώτου.
Επίσης εδώ αξίζει να επισηµάνουµε την ιδιαίτερη θρεπτική αξία που προσδίδουν στα Σιτηρά, ο Χαλκός και ο Ψευδάργυρος, στοιχεία τα οποία περιέχονται στην επικάλυψη των κόκκων LEXUS sita και µάλιστα στην ίδια συγκέντρωση και σε κάθε κόκκο (Αµερικάνικη υψηλή τεχνολογία της εταιρείας GECAP).
Ο Χαλκός (Cu) είναι ένα δοµικό µικροστοιχείο σε πολλές φυτικές πρωτεΐνες και ενεργοποιεί πολλά ένζυµα όπως δισµουτάσες, οξειδάσες, λακάσες και φαινολάσες. Οι φαινολάσες είναι πολύ σηµαντικές στο µεταβολισµό των φαινολών και την βιοσύνθεση της λιγνίνης, καθώς και στην σύνθεση αλκαλοειδών. Η έλλειψη χαλκού (Cu) αποτρέπει την σύνθεση της λιγνίνης λόγω της µείωσης των φαινολασών ενζύµων, µε αποτέλεσµα της αύξησης των ελευθέρων φαινολών. Αυτό έχει σαν συνέπεια την µείωση της αντίστασης των φυτών σε ασθένειες (ο σωστός µεταβολισµός των φαινολών ενεργοποιεί το αµυντικό σύστηµα των φυτών, την παραγωγή φυτοαλεξινών.
Είναι απαραίτητος για την εύρυθµη λειτουργία της αναπνοής και της φωτοσύνθεσης (η πλαστοκυανίνη είναι µια πρωτεΐνη χαλκού που δρα ως φορέας ηλεκτρονίων στην αλυσίδα µεταφοράς ηλεκτρονίων της φωτοσύνθεσης).
Ο χαλκός (Cu) συµµετέχει στον σχηµατισµό και την χηµική σύσταση των κυτταρικών τοιχωµάτων. Σε φύλλα µε έλλειψη χαλκού η σχέση της ουσίας των κυτταρικών τοιχωµάτων προς την συνολική ξηρά ουσία µειώνεται, (άµεσα το ποσοστό της α-κελλολόζης αυξάνεται ενώ η ποσότητα της λιγνίνης µειώνεται 50% σε σχέση τα κύτταρα επαρκούς θρέψης µε χαλκό). Το αποτέλεσµα αυτό της µείωσης της λιγνίνης είναι πολύ πιο έντονο στα κύτταρα του σκληρεγχύµατος των ιστών των βλαστών, στα αγγεία του ξύλου µε συνέπεια την µεγάλη ευκαµψία των βλαστών (θραύση) και αύξηση του κινδύνου πλαγιάσµατος των σιτηρών.
Έχει παρατηρηθεί κατά την διάρκεια της ανθοφορίας η συγκέντρωση του χαλκού (Cu) στα άνθη και ιδιαίτερα στη γύρη και την ωοθήκη καθίσταται και πέντε φορές µεγαλύτερη σε σχέση µε την ρίζα, βλαστούς και φύλλα. Σε αυτή την φάση κορυφώνεται η απαίτηση σε χαλκό και όταν η θρέψη του είναι επαρκής µεγιστοποιείται η περιεκτικότητα στους ανθήρες και στην ωοθήκη µε καλή ζωτικότητα της γύρης. Το στάδιο αυτό είναι κρίσιµο για την γονιµοποίηση, καρπόδεση και τον σωστό σχηµατισµού του καρπού και σε περίπτωση έλλειψης ή και µέτριας τροφοδοσίας σε χαλκό επιφέρει στειρότητα στην γύρη. Ο περιορισµός της λιγνοποίησης των ανθήρων παρεµποδίζει την ρήξη των, µε συνέπεια την παρεµπόδιση διασποράς της γύρης και τελικά αποτυχία στην καρπόδεση. Περιορισµένες αποδόσεις στα σιτηρά ή και σε άλλες καλλιέργειες πολλές φορές οφείλονται στην έλλειψη χαλκού (Cu). Εδώ θα πρέπει να σηµειώσουµε ότι πολλαπλές και µεγάλες εφαρµογές αζώτου µπορούν να δηµιουργήσουν πιο έντονο πρόβληµα έλλειψης επάρκειας χαλκού, ειδικά στο κρίσιµο στάδιο της αθοφορίας, για δύο λόγους. α) Υψηλές ποσότητες αζώτου αυξάνουν τα αµινοξέα και ένα ποσοστό µεγάλο του χαλκού ενσωµατώνεται στις πρωτεϊνες ως πρωτεϊνικός χαλκός. Και β) Κατά το κρίσιµο στάδιο της ανθοφορίας τα φυτά προκειµένου να καλύψουν τις απαιτήσεις στο χαλκό (Cu) επαναµετακινούν αυτόν από παλαιά γερασµένα φύλλα. Η υπερεπάρκεια σε άζωτο διατηρεί την νεανικότητα σε αυτά τα παλαιά φύλλα µε αποτέλεσµα η αναµετακίνηση του χαλκού να καθίσταται πολύ δύσκολη ή και αδύνατη στερόντας από το φυτό να καλύψει της επι πλέον ανάκες του από αυτήν την εφεδρική αποθήκη.
Ο ψευδάργυρος (Ζn) είναι ένα βασικό µικροθρεπτικό συστατικό (ιχνοστοιχείο) για την αύξηση, ανάπτυξη και αναπαραγωγή των φυτών. Η ανεπάρκεια ψευδαργύρου στις καλλιέργειες είναι το πιο κοινό πρόβληµα µικροθρεπτικών συστατικών στον κόσµο. Ο υποσιτισµός ψευδαργύρου έχει καταστεί µείζον βάρος για την υγεία, και το ένα τρίτο του παγκόσµιου πληθυσµού αναφέρεται σε κίνδυνο υποσιτισµού ψευδαργύρου λόγω ανεπαρκούς πρόσληψης µέσω τροφής.
Συµµετέχει στις κυτταρικές µεµβράνες εξασφαλίζοντας στερεότητα της δοµής τους και ιδιαίτερα κάτω από συνθήκες stress (υψηλές ή χαµηλές θερµοκρασίες, ξηρασίας) εµπεριέχεται σε διάφορα ένζυµα όπως αλκοολική δεϋδρογενάση (δηµιουργείται σε ακραία µεριστώµατα της ρίζας που λειτουργεί πολλές φορές υπό αναερόβιες συνθήκες διευκολύνοντας την λειτουργεία τους) συµβάλλοντας και ευνοώντας την απορρόφηση του φωσφόρου. Αυξάνει τις κυτταρικές δεξαµενές αποθήκευσης του διοξειδίου του άνθρακος, ενώ παράλληλα συµµετέχει σε διάφορα ενζυµα στην λειτουργεία της φωτοσύνθεσης αυξάνοντας αυτή και τελικά την βιοσύνθεση των σακχάρων και του αµύλου. Αποτελεί συστατικό της RNA πολυµεράσης απαραίτητης στην σύνθεση των πρωτεινών. Τέλος είναι απαραίτητος στην σύθεση της κυρίαρχης για την αύξηση, ανάπτυξη, ανθοφορία και γενικά αναπαραγωγή των σιτηρών αυξητικής ορµόνης, Ινδολοξεικού οξέος από το αµινοξύ Τρυπτοφάνη µέσω της Τρυπταµίνης.
Οι επαρκείς συγκεντρώσεις του LEXUS sita σε άζωτο και υδατοδιαλυτό φώσφορο, η άριστη διαλυτότητα των κόκκων του λιπάσµατος και ο εµπλουτισµός τους µε οργανική ουσία από Λεωναρδίτη (χουµικά οξέα- µικροοργανισµοί), καθώς και η επικάλυψή τους µε ψευδάργυρο και χαλκό σε κάθε κόκκο ξεχωριστά, εξασφαλίζουν την άµεση και εξαιρετική απορρόφηση από το ριζικό σύστηµα των σιτηρών όλων αυτών των στοιχείων τα οποία είναι σηµαντικά για τον σωστό µεταβολισµό και ανάπτυξη των Σιτηρών. Επιπροσθέτος εξασφαλίζουν την µακροπρόσθετη διαθεσιµότητα των παραπάνω θρεπτικών στοιχείων επιτυγχάνοντας άριστη ανάπτυξη-ανθοφορία και τις µέγιστες των αποδόσεων.